Wednesday, September 27, 2006

ΦΟΙΤΗΤΙΚΕΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

Δυο είναι τα μέρη που θα μου λείψουν τώρα που κλείνει το κεφάλαιο της ζωής μου που αφορά τη φοιτητική μου ζωή. Το πρώτο είναι η βιβλιοθήκη της σχολής μας, η οποία βρίσκεται στον τρίτο όροφο και τα τελευταία χρόνια με φιλοξένησε άπειρες χειμωνιάτικες μέρες για να καλύψω τα κενά ανάμεσα στα μαθήματα. Δεν μπόρεσα ποτέ να συγκεντρωθώ εκεί για να διαβάσω και ο λόγος ήταν η υπέροχη πανοραμική θέα της πόλης που πρόσφερε. Από εκεί πάνω βλέπεις όλη την άνω πόλη, ως τα κάστρα! Έξω να βρέχει κι εσύ να κάθεσαι μέσα, αγκαλιά με ένα λογοτεχνικό βιβλίο το οποίο τελικά θα διαβάσεις όταν πας σπίτι και το μόνο που σου λείπει, είναι ένας αχνιστός cappuccino με άρωμα κανέλας (αχ γιατί να μην επιτρέπουν τους καφέδες στη βιβλιοθήκη!).
Μια τέτοια βροχερή μέρα που πάλι το βλέμμα μου έκανε νοητά ταξίδια στο υπερπέραν, μου ήρθε μια τρελή ιδέα. Να κάνω έναν περίπατο με προορισμό τα κάστρα. «Και τι πειράζει που βρέχει; Θα λιώσω;», σκέφτηκα. Άλλωστε εκείνη την περίοδο με βάραιναν διάφορα προβλήματα (υλικής και συναισθηματικής φύσεως) και ο καιρός ταίριαζε απόλυτα με την μελαγχολική μου διάθεση. Στην αρχή ήταν υπέροχα! Δεν χρειαζόταν να κλάψω, το έκανε ο ουρανός για μένα. Άλλωστε ήταν τόσο γκριζογάλανος όσο η διάθεση μου!
Μετά από λίγο, όμως, άρχισε να μου περνά η συναισθηματική φόρτιση που ένιωθα. Συνειδητοποίησα ότι η διαδρομή ήταν μεγαλύτερη απ’ ότι περίμενα, το κρύο τσουχτερό και τα ρούχα μου εντελώς μούσκεμα, κολλούσαν βαριά επάνω μου. Τελικά δεν έφτασα ποτέ στον προορισμό μου. Πήρα ταξί και γύρισα. Την επόμενη μέρα περίμενα ότι ο οργανισμός μου θα με εκδικούνταν με ένα γερό κρύωμα, κάτι που δεν έγινε όμως. Μάλλον είχα περισσότερες αντοχές απ’ ότι νόμιζα. Άλλωστε την επόμενη μέρα είχε πολύ καλό καιρό και η προηγούμενη φάνταζε σαν κάτι πολύ μακρινό…
Όταν, πάλι είχε καλό καιρό, καθόμουν στην αγαπημένη μου γωνία, στα παγκάκια που βρίσκονται κοντά στο κτίριο της σχολής μας. Υπάρχει αρκετό πράσινο εκεί και η εικόνα αυτή έχει γίνει πηγή έμπνευσης πολλές φορές. Νομίζω ότι έχω κάνει τις ωραιότερες συζητήσεις εκεί πέρα. Φραπές κυλικείου, τσιγάρο για όσους καπνίζουν και μπόλικη διάθεση για αμπελοφιλοσοφία. Τα μεσημέρια βέβαια είναι θάνατος, γιατί έτσι όπως έχεις αράξει και αφεθεί στην γλυκιά ζεστασιά του ήλιου, άντε να βρεις όρεξη για μάθημα μετά! Βασικά, δεν τη βρίσκεις και λες: «Δεν πίνω έναν κανονικό καφέ στις καφετέριες δίπλα;»
Τι ήθελα και τα θυμήθηκα αυτά τώρα! Πάω να πιω κάνα καφέ μπας και συνέλθω!
«Έναν cappuccino παρακαλώ!»

Sunday, September 24, 2006

ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ ΜΕ ΤΑΣΕΙΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ

Ήταν νύχτα, μετά τα μεσάνυχτα και εγώ έγραφα αμέριμνα στον υπολογιστή μου, όταν ξαφνικά μια τρελή πεταλούδα προσγειώθηκε πάνω στην οθόνη! Η πρώτη στιγμιαία μου σκέψη ήταν ότι ίσως γοητεύτηκε από όσα υπέροχα έγραφα εκείνη την ώρα, αλλά αμέσως συνήλθα και θυμήθηκα ότι το έχουν αυτό οι πεταλούδες, έλκονται από το φως.
Την έδιωξα διακριτικά γιατί ναι μεν ήταν μισή μερίδα, αλλά καθόταν ακριβώς στην μέση του κειμένου μου και εγώ ήθελα να τελειώνω. Ζαλισμένη παραπέταξε (κατά το παραπάτησε) και μπλέχτηκε ανάμεσα στα πλήκτρα του πληκτρολογίου μου! Ακόμα χειρότερα δηλαδή από πριν, μιας και τώρα δεν μπορούσα να πληκτρολογήσω. Λυπόμουν να την τσαλαπατήσω με τα άκομψα δαχτυλάκια μου.
Άναψα το φωτιστικό γραφείου με την ελπίδα ότι εκεί θα της άρεσε περισσότερο, μα εκείνη παρέμεινε πεισματικά στη θέση της. Έκανα διάφορες απειλητικές κινήσεις με το χέρι μου, μέχρι που άρχισα να της φυσάω και μόνο τότε πέταξε λίγο πιο πέρα (ίσως γιατί κρύωσε), πάνω στο κινητό μου, το οποίο χτυπούσε εκείνη την ώρα και για αυτόν το λόγο αναβόσβηνε το φωτάκι του!
Βρε ανόητη πεταλούδα την ακτινοβολία δεν τη σκέφτηκες; Θα πάθεις κανέναν καρκίνο στα φτερά και πως θα με ενοχλείς μετά;
Τελικά βρήκα τη λύση! Άνοιξα την τηλεόραση. Όλο το υπόλοιπο της βραδιάς είχε μεταμορφωθεί σε μια couch butterfly και παρακολουθούσε με μεγάλο ενδιαφέρον το τηλεμάρκετινγκ. Ποιος ξέρει, μπορεί να ήθελε να αγοράσει κανένα φακό για να μπορέσει να βρει το δρόμο για το σπίτι της!

Friday, September 22, 2006

ΑΛΛΟΙ ΜΕΝΟΥΝ, ΑΛΛΟΙ ΦΕΥΓΟΥΝ

Έντρομος μου τηλεφώνησε χτες μετά τα μεσάνυχτα ένα φιλαράκι μου. «Φεύγει η Χριστίνα! Φεύγει σου λέω! Τι θα κάνω;»
Δεν ξέρω γιατί αλλά πολλοί φίλοι και γνωστοί μου τηλεφωνούν ή θέλουν να βγουν για καφέ μαζί μου όταν περνάνε κάποια κρίση. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι ποτέ δεν ακούν τις συμβουλές μου (ευτυχώς δηλαδή γιατί είναι τόσο σουρεαλιστικές που θα τους κατέστρεφαν) και παρ’ όλα αυτά συνεχίζουν να μου τηλεφωνούν! Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!
Που είχαμε μείνει; Α ναι! Στο ότι έφευγε η Χριστίνα για Αμερική, η οποία Χριστίνα, όπως σίγουρα θα καταλάβατε, είναι η κοπέλα του φίλου μου. Στην αρχή του είπα πως αν αγαπιούνται αληθινά δε θα χαθούν (εκτός από σουρεαλιστική, είμαι και ρομαντική, αν και αυτά τα δύο μάλλον πάνε πακέτο). Τότε εκείνος μου θύμισε τις τιμές των εισιτηρίων και την πενιχρή του οικονομική κατάσταση (η αλήθεια είναι ότι ούτε εγώ θα ήξερα τι να κάνω, από τα λίγα λεφτά που βγάζω τα μισά πάνε στους οικογενειακούς λογαριασμούς του σπιτιού και με τα άλλα κοιτάω να καλύψω τα δικά μου «ταπεινά» έξοδα που σίγουρα δε φτάνουν για υπερατλαντικά εισιτήρια!).
Ακολούθησαν πολλά λόγια παρηγοριάς (ευτυχώς που είχε πάρει τηλέφωνο ο φίλος μου και δεν θα είμαι εγώ αυτή που θα χρυσοπληρώσει τον ΟΤΕ) και έπειτα το ρίξαμε στην φιλοσοφία (αυτός ο τομέας είναι από τους καλύτερους μου, μάλλον το έχουν αυτό, όλοι οι σουρεαλιστές!). Η κατάληξη ήταν η εξής πάνω κάτω: Ότι οι άνθρωποι που παίζουν κάποιο σημαντικό ρόλο μπορεί να μείνουν μαζί μας καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας (μακάρι) ή μόνο για κάποιο συγκεκριμένο διάστημα, μέχρι να εκπληρώσουν τον σκοπό για τον οποίο έχουν έρθει. Εδώ είναι που για να συμφωνήσετε μαζί μου θα πρέπει να δέχεστε και τον παράγοντα «μοίρα» και ότι κάποια πράγματα που ζούμε ήταν γραφτό να τα ζήσουμε. (Ναι και αυτή η θεωρία πηγάζει από τον σουρεαλισμό μου).Τον λόγο που συναντάμε κάποιους ανθρώπους στο δρόμο μας δεν τον ξέρουμε πάντα εξ’ αρχής, μπορεί να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι- και αν- τον καταλάβουμε! Η ουσία είναι ότι έρχονται στη ζωή μας για να μας μάθουν κάτι άλλα ως γνωστόν εξαρτάται από τον μαθητή αν θα μάθει το μάθημα του.
Όταν έκλεισα το τηλέφωνο σκέφτηκα αμέσως τους ανθρώπους που υπάρχουν τώρα στη ζωή μου. Άραγε μετά από 10 χρόνια με πόσους από αυτούς θα μιλάω ακόμα; Και για να το πάρουμε και από την ανάποδη… πόσοι από τους ανθρώπους που αποτελούσαν το στενό μου περιβάλλον πριν 10 χρόνια, συνταξιδεύουν μέχρι και σήμερα μαζί μου;
Ξεκίνησα από τις πιο τραγικές περιπτώσεις. Τον παππού μου που πέθανε πρόσφατα και μια φίλη μου από τα μαθητικά μου χρόνια που έμαθα τις προάλλες ότι έχει μπλέξει άσχημα με τα ναρκωτικά…
Γυρίζοντας σελίδα, θυμήθηκα τα φλερτ μου και τους λίγους μα εκλεκτούς ανθρώπους που ερωτεύτηκα κατά καιρούς. Κι εκείνοι έφυγαν ή θα φύγουν από τη ζωή μου, όπως η Χριστίνα του φίλου μου…
Τόσοι φίλοι και φίλες που απλά με τον καιρό χαθήκαμε, αν και με δύο άτομα το ήθελε η μοίρα και ξαναβρεθήκαμε μετά από χρόνια. Δεν θα πω ότι ήταν σαν να μην είχαμε χαθεί ποτέ. Αντιθέτως, αλλάξαμε, μεγαλώσαμε, ωριμάσαμε (αν και για το τελευταίο διατηρώ κάποιες επιφυλάξεις) και όμως ξαναβρεθήκαμε και ξαναγεμίζουμε τώρα ο ένας την καθημερινότητα του άλλου!
Χαίρομαι όταν μπαίνουν καινούριοι άνθρωποι στη ζωή μου ή όταν επιστρέφουν κάποιοι παλιοί, είναι όλοι ευπρόσδεκτοι. Δεν υπάρχει πλουσιότερος άνθρωπος από αυτόν που έχει ανθρώπους να τον αγαπάνε και που τους αγαπά. Για αυτό πιστεύω ότι δεν πρέπει να φερόμαστε εγωιστικά όταν έρχεται η ώρα να φύγουν. Πρέπει να τους αφήσουμε να εκπληρώσουν και το δικό τους πεπρωμένο και να δεχτούμε ότι έκλεισε ο κύκλος μας μαζί τους. Αν πονάει λέει… φυσικά και πονάει… αλλά αυτή είναι η ζωή, ένα ταξίδι με πολλές στάσεις και πολλούς συνεπιβάτες που ανεβαίνουν και κατεβαίνουν από το λεωφορείο ασταμάτητα… όλοι τους διαφορετικοί, όλοι τους μοναδικοί… μέχρι να φτάσει και η δική σου σειρά να κατέβεις και το ταξίδι συνεχίζεται και συνεχίζεται… κανείς δεν ξέρει για πόσο!
Με βρίσκετε σουρεαλιστική; Κι εγώ, αλλά έτσι μου αρέσει να βλέπω τα πράγματα...ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΙΚΑ!!!
Τέλος να ευχαριστήσω προκαταβολικά για τις πολύτιμες αναμνήσεις, εμπειρίες, μαθήματα ζωής που μου έχουν χαρίσει, χαρίζουν και θα χαρίζουν οι δικοί μου συνεπιβάτες στην τρέλα!

Thursday, September 14, 2006

Βραχώδης Δύναμη

Ο πατέρας μια φίλης μου μπήκε αυτό το καλοκαίρι δύο φορές στο νοσοκομείο. Πάσχει εδώ και χρόνια από την ανίατη ασθένεια της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Αισθάνεται το σώμα του να παραλύει σιγά σιγά και γνωρίζει ότι έχει πάρει ένα δρόμο δίχως επιστροφή.
Εδώ και μερικά χρόνια δεν μπορεί να δουλέψει κανονικά. Προσπαθεί να ζήσει την οικογένεια του με την αναπηρική σύνταξη που παίρνει και μέχρι πρόσφατα είχε ένα πάγκο όπου πουλούσε φρούτα και λαχανικά. Ο γιος του πάσχει από κάποια νοητική ασθένεια και το μέλλον του διαγράφεται μάλλον δυσοίωνο.
Θα περίμενε κανείς από τον άνθρωπο αυτό να έχει εγκαταλείψει τον αγώνα για ζωή και να κατηγορεί τη μοίρα του που του φέρθηκε τόσο άσχημα.
Κι όμως δεν έχω ξαναδεί πιο πρόσχαρο και ζωντανό άνθρωπο. Μεγάλος καλαμπουρτζής, πάντα θα βρει μια πετυχημένη ατάκα για να σε πειράξει και να σε αναγκάζει να χαμογελάσεις, ακόμα και αν δεν το θες.
Όταν έμαθα την πρώτη φορά ότι μπήκε στο νοσοκομείο και πήγα να το δω, σφίχτηκε η ψυχή μου. Καθηλωμένος σε ένα κρεβάτι, να μην μπορεί να κουνηθεί.
Κι όμως, ξέρετε ποιο ήταν το πρώτο πράγμα που μου είπε;
«Άαα καλώς την Μοντρεσορίτσα μας! Τι κάνεις; Πώς ήρθες τόσο γρήγορα; Μη μου πεις ότι πήρες επιτέλους αυτοκίνητο; Α ρε μόλις σηκωθώ από εδώ, θα σε αναλάβω, ξεφτέρι θα σε κάνω στην οδήγηση!» και αμέσως μετά: «Να πεις τον πατέρα σου να προσέχει. Να μην αγχώνεται πολύ. Γιατί πάνω απ’ όλα είναι η υγεία μας!»
Μου κάνει εντύπωση η ψυχική δύναμη αυτού του ανθρώπου που ακόμα και σε τέτοιες στιγμές ξοδεύει τις σκέψεις του για άλλους ανθρώπους.

Να μη μιλήσω για την κόρη του και συνομήλικη φίλη μου, που είναι μια απίστευτα ώριμη κοπέλα και δυναμικός χαρακτήρας. Η δεύτερη φορά που μπήκε ο πατέρας της στο νοσοκομείο ήταν όσο η ίδια έδινε εξετάσεις για τη σχολή και έψαχνε δουλειά. Μπόρεσε να πετύχει και τους δύο στόχους της, χωρίς να απομακρυνθεί στιγμή από το πλευρό της οικογένειας της.

Thursday, September 07, 2006

Είχε Πανσέληνο Τη Μέρα Που Σε Γνώρισα

Φτού! Πάλι ερωτεύτηκα!
Δεν λέω, το συναίσθημα αυτό έχει ευεργετικές ιδιότητες: Σε κάνει πιο δημιουργικό και δραστήριο. Έχεις αυτή την υπερφυσική δύναμη να κάνεις τα πάντα! Ξέρετε τώρα, μετά από μια δύσκολη μέρα με μπόλικο τρέξιμο, ένα σωρό υποχρεώσεις, αναποδιές και γκρίνιες, εσύ το βράδυ που θα δεις επιτέλους τον άνθρωπο σου λάμπεις ολόκληρος/ η και μοιάζεις σαν… πολυέλαιος εκκλησίας!
Τώρα αυτός ο συνειρμός μου ήρθε τυχαία ή σκέφτομαι κιόλας το γάμο;!!
Ο ύπνος καταντά είδος προς εξαφάνιση, γιατί ποιος θέλει τώρα να κοιμάται, όταν έχει χίλιους καλύτερους λόγους, που αθροίζονται σε έναν και μοναδικό, για να μείνει ξύπνιος; Από την άλλη μπορεί να κοιμάσαι λιγότερο, αλλά σίγουρα ονειρεύεσαι περισσότερο! Αντί να διαβάζεις για παράδειγμα για την εξεταστική σου (συγκεντρώσου επιτέλους, είσαι στο πτυχίο πανάθεμα σε!), εσύ βλέπεις ρόζ συννεφάκια, μοβ διαστημόπλοιά και ρομαντικές πανσελήνους…
Καλά σε μένα ισχύει κυριολεκτικά το «Είχε πανσέληνο τη μέρα που σε γνώρισααααααααα» (Απλά δε θα σας αποκαλύψω σε ποια από όλες!)! Πάντως από τότε τριγυρνώ σαν τη σεληνιασμένη. Έχω γίνει πιο χαζοχαρούμενη απ’ ότι ήμουν πριν. Ω ναι γίνεται κι αυτό, απλά τώρα το χαμόγελο μου δεν φτάνει μόνο ως τα αυτιά, αλλά ως τα φρύδια! Επίσης έχω γίνει πιο αφηρημένη. Αυτό το τελευταίο σηκώνει ανάλυση:
Που λέτε ένα βράδυ πεινούσα. Βγάζω λοιπόν το ζαμπόν και το τυρί από το ψυγείο για να φτιάξω ένα λαχταριστό τοστ. ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΩΡΑ ΧΤΥΠΑΕΙ ΤΟ ΤΗΛΕΦΩΝΟ! Έχω την κακή συνήθεια, όταν μιλάω στο τηλέφωνο, να τριγυρνώ άσκοπα από δωμάτιο σε δωμάτιο. Έτσι, μετά το τέλος της τηλεφωνικής συνδιάλεξης, προσπαθούσα απεγνωσμένα να θυμηθώ τι έκανα πριν.
Τα πόδια μου με έφεραν μηχανικά ως την κουζίνα και βλέποντας το τυρί πάνω στο τραπέζι, θυμήθηκα την αρχική μου λιγούρα. Πάω να βγάλω και το ζαμπόν από το ψυγείο, αλλά άφαντο αυτό. «Ωχ που το άφησα τώρα;» γκρίνιαξα φωναχτά.
Έκανα άνω κάτω όλο το σπίτι και επειδή με ξέρω, έψαξα στα πιο απίθανα μέρη. Τελικά κατέληξα στο μπάνιο! Μπορείτε να μαντέψετε τρεις φορές για να βρείτε που είχα εγκαταλείψει το πολυπόθητο ζαμπόν:
ΕΣΕΙΣ: Στην μπανιέρα;
ΜΟΝΤΡΕΣΟΡ: Όχι.
ΕΣΕΙΣ: Στην κρεμάστρα με τις πετσέτες;
ΜΟΝΤΡΕΣΟΡ: Τσου.
ΕΣΕΙΣ: Στο πάτωμα; Γιατί τέτοια αδέξια που είσαι, σίγουρα σου έπεσε κάτω!
ΜΟΝΤΡΕΣΟΡ: Λυπάμαι χάσατε! Το ζαμπόν ήταν μέσα στο πλυντήριο!



ΜΟΝΤΡΕΣΟΡ: Ρε παιδιά, πόσον καιρό κρατάει αυτή η ασθένεια του έρωτα;!!!

Friday, September 01, 2006

Me Tarzan, You Pc?

Να σας συστηθώ.
Με λένε η Κουτσή Μαρία των PC, κυρίως επειδή όταν πρωτόπιασα πληκτρολόγιο στα χέρια μου, έγραφα τόσο αργά που κάποιοι είχαν την εντύπωση ότι πληκτρολογούσα μe τα δάχτυλα των ποδιών μου, εκ των οποίων το ένα ήταν και κουτσό!
Είμαι, όμως, πεισματάρα και δεν το έβαλα κάτω. Δυστυχώς, όμως, τόσα χρόνια που ασχολούμαι με τους υπολογιστές και αυτοί έχουν γίνει πολύτιμο εργαλείο για τις σπουδές, δουλειά και ελεύθερο χρόνο μου, συνεχίζω να μην μπορώ να τους καταλάβω. Μου διαφεύγει ο τρόπος σκέψης και λειτουργίας τους, κάτι σαν τους άντρες δηλαδή!
Μπορεί τα βιβλία πληροφορικής να λένε ότι το μόνο που κάνει ο υπολογιστής είναι να ξεχωρίζει ένα 0 από το 1, αλλά εγώ στα απλά πράγματα είναι που τα κάνω μαντάρα! Ευτυχώς που έχω και δυο ανθρώπους που με πολύ μεγάλη υπομονή έχουν αναλάβει την μάταιη εκπαίδευση μου: Ένα φιλαράκι μου που ας τον ονομάσουμε Πέτρο για να διατηρήσει την ανωνυμία του (έχω βάσιμες υποψίες πως ντρέπεται να παραδεχτεί ότι έχει εμένα ως μαθήτρια του) και ο ξάδελφος μου.
Τις προάλλες, λοιπόν, πήρα έντρομη τηλέφωνο τον Πέτρο και του λέω:
Μοντρεσορ: Πέτροοοοο βοήθεια! Νομίζω ότι κόλλησα ιό. Ο υπολογιστής μου δεν μπαίνει στα windows, σταματάει λίγο πριν!
Πέτρος: Που λίγο πριν δηλαδή;
Μοντρεσορ: Να εκεί που βγάζει κάτι γραμματάκια και λέει τις πληροφορίες του συστήματος.
Πέτρος: Δεν μπορεί να μπουτάρει δηλαδή; ( από το αγγλικό ρήμα boot που σημαίνει εκκινώ. Εννοείται πως πρώτη φορά την άκουγα αυτή τη λέξη και χρειάστηκε εκ των υστέρων να κάνω ολόκληρη γλωσσολογική έρευνα!).
Μοντρεσορ: Ε ναι απ’ αυτό!
Πέτρος: Ωχ άσχημα τα πράγματα. Πρέπει να έρθω να ρίξω μια ματιά. Απλά τώρα βρίσκομαι σε διακοπές, θα γυρίσω σε 4 μέρες.
Οιμέεεεεε! Πως θα περνούσαν αυτές οι 4 μέρες χωρίς pc! Πώς ζούσαν οι άνθρωποι παλιότερα χωρίς υπολογιστές; Ήταν πραγματικοί ήρωες!
Τελικά, για να μη σας τα πολυλογώ, το πρόβλημα αποκαταστάθηκε όταν την τέταρτη μέρα, λίγο πριν έρθει ο φίλτατος Πέτρος ανακάλυψα την πηγή του κακού. Είχα ξεχάσει μια δισκέτα μέσα και όπως μου εξήγησε ο Πέτρος, ο υπολογιστής έκανε αυτό το boot από τη δισκέτα και όχι από το σκληρό δίσκο που κάνει συνήθως και για αυτό δημιουργήθηκε το πρόβλημα!
Η πιο τραγική ιστορία, όμως, είναι η ακόλουθη! Ένα βράδυ πάω να ανοίξω τον υπολογιστή. Πατάω το κουμπάκι, τίποτα αυτός. Νέκρα. Πατάω, ξαναπατάω, τίποτα! Μες τη μαύρη απελπισία εγώ, «πάει τα τίναξε ο pc» σκέφτηκα εγώ. Καταστεναχωρημένη και γεμάτη τύψεις το λέω στον πατέρα μου:
Μοντρεσορ: Μπαμπάαααα το computer πέθανε.
Μπαμπάς: Μα καλά έτσι απλά; Τι του έκανες;
Μοντρεσορ: Δεν ξέρω! Λες να φταίει που έπαιζα εχθές πολλές ώρες πασιέντζα και το κούρασα το μηχάνημα;
Μπαμπάς: Δεν νομίζω, τι άλλο έκανες;
Μοντρεσορ:Τίποτα! Μόνο πασιέντζα έπαιξα καλέ μπαμπά!
Μπαμπάς: Περίεργο! Κάτσε να πάρουμε ένα τηλέφωνο το ξάδελφο. Για άναψε το φως να βρω τη κινητό του στην ατζέντα.
Ούτε το φως άναβε, διότι απλούστατα είχε κοπεί το ρεύμα!
Game over!